Λάμεχ

Λάμεχ
Λάμεχ, ὁ indecl. (לֶמֶךְ, in pause לָמֶךְ) Lamech (Gen 4:18ff; 5:25ff; Philo; TestBenj 7:4.—En 10:1 Raderm. has Λέμεχ, but 106:1, 4 al. Bonner Λάμεχ; Joseph. Λάμεχος, ου [Ant. 1, 79]), father of Noah; in the genealogy of Jesus Lk 3:36 (cp. 1 Ch 1:3).

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Λάμεχ — Βιβλικό πρόσωπο και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Σύμφωνα με τη βιβλική παράδοδση, ήταν γιος του Μαθουσάλα και θεωρείται πρόγονος του Ιησού (Λουκ. γ’ 37). Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων …   Dictionary of Greek

  • Ламех — (לָמֶךְ) Пол: мужской Имя на других языках: греч. Λαμεχ лат. Lamech;   Отец: Мафусаил …   Википедия

  • Μαθουσάλας — (εβρ. Μαθουσαέλ). Όνομα δύο βιβλικών προσώπων. 1. Ο τέταρτος απόγονος του Κάιν και πατέρας του Λάμεχ. 2. Πατριάρχης που έμεινε παροιμιώδης για τη μακροζωία του. Σύμφωνα με την αφήγηση της Βίβλου –στην οποία, άλλωστε, οι αριθμοί έχουν συχνά… …   Dictionary of Greek

  • νώε — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν πατριάρχης, γιος του Λάμεχ και κατά την αφήγηση της Γένεσης, ο Ν. σώθηκε από τον κατακλυσμό, γιατί ήταν δίκαιος, κατασκευάζοντας κατ’ εντολή του Θεού μια κιβωτό όπου βρήκε άσυλο με την οικογένειά του και όλα τα είδη των ζώων …   Dictionary of Greek

  • Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”